ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας

Γιάννης Ρίτσος

Πάντα παρών στο κάλεσμα της εποχής.

17.3.2016

Η Ομοιότητα»
Έχει ήδη κατατεθεί ένα πολύ πλούσιο υλικό για το έργο του Γιάννη του Ρίτσου, από ειδικούς και μη, από επιστήμονες τεχνοκριτικούς, από φιλολόγους και άλλους εραστές της ποίησης αλλά έχουν κατατεθεί και πολύτιμες σκέψεις κι ακόμα πιο πολύτιμα αισθήματα, από το «Φτωχό και Ταπεινό» λαό μας, στον οποίο, κατά κύριο λόγο, αφιέρωσε ο Ρίτσος τη Ζωή και το έργο του.
    Σήμερα, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννησή του, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, αφιερώνει δύο μέρες για συλλογική προσπάθεια επεξεργασίας και βαθύτερης κατανόησης αυτών των δύο αναπόσπαστων μερών της ύπαρξης του Ρίτσου. Της Ζωής και της Ποίησής του. Κι αυτό γίνεται κάτω από τη στέγη του Κόμματος. Κάτω από τα τρία Κόκκινα Γράμματα του ποιητή μας.

    Δε μας διαφεύγει βέβαια ότι δε φτάνουν ούτε δύο ούτε δέκα μέρες επεξεργασίας για να επικοινωνήσουμε με την τεράστια εκφραστική ποικιλία του Ρίτσου, με τις ατέλειωτες υφολογικές του μεταμορφώσεις, με την εύθραυστη ευαισθησία του, με την πολύ λεπτή αλλά και πολύ βαθειά του συγκίνηση, με την άγρια αποφασιστικότητά του, με την καθημερινή του άσκηση στα ακραία σύνορα του αγώνα για Ζωή και για Θάνατο. Για εξανθρωπισμό.
Και ξέρουμε ότι τα 100 και τα 200 χρόνια δεν είναι αρκετός χρόνος για να φτάσει η φωνή του ποιητή σ’ όλους τους αποδέκτες του.
    
Ας θεωρήσουμε αυτό το γεγονός του Συνεδρίου για το Ρίτσο και σαν μια απάντηση του Κόμματος, στους ποικιλώνυμους συκοφάντες του, που κατηγορούν τους κομμουνιστές και το Κόμμα τους, ότι συρρίκνωσε τον ποιητή Ρίτσο, ότι για λόγους ιδιοτελείς, που εξυπηρετούν την προπαγάνδα του, τον στένεψε, τον μίκρυνε και τον μετέτρεψε σ’ ένα φτηνό κομματικό εργαλείο. Κατηγορείται ακόμα ότι δεν έχει την ικανότητα να αντιληφθεί το βάθος και το μέγεθος της ποιητικής του σύλληψης. Αυτοί οι τιμητές, είναι οι ίδιοι εκείνοι, που ευχαρίστως θα είχαν ρίξει το Ρίτσο στο πιο σκοτεινό περιθώριο και που έχουν σκυλομετανοιώσει γιατί δεν είχαν την προνοητικότητα, να του κλείσουν μια και καλή το στόμα, από το 1934, από τα πρώτα του βήματα.
    Ο «Φτωχός και Ταπεινός» λαός μας, αυτό το μέγα πλήθος των ανθρώπων του μόχθου, χτυπιέται μεταξύ σφύρας και άκμονος παλεύοντας να επιβιώσει. Η μεγάλη του αγωνία είναι, να βρει τα στηρίγματα εκείνα που θα τον βοηθήσουν να ξεφύγει από το δόκανο, για να μην καταντήσει ένα τρομαγμένο και άβουλο καταναλωτικό ζώο, όπως επιδιώκουν να τον μεταλλάξουν οι εκμεταλλευτές του.
    Μόνο συμπαραστάτη στην αγωνία του, ο λαός μας, έχει τους κομμουνιστές και το Κόμμα τους. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν αναλάβει κατ’ αποκλειστικότητα την υπεράσπιση αυτού του λαού. Χτυπιόνται μαζί του ανάμεσα στο σφυρί και στ’ αμόνι, ζουν τις δικές του πίκρες, τα δικά του βάσανα, αποκτούν τα ίδια βιώματα, έχουν τους ίδιους πόθους, τις ίδιες επιδιώξεις και πραγματοποιούν μαζί του, τους ίδιους αγώνες για να αποκατασταθεί η Ζωή στα δίκαιά της.
Αυτό το μέγα πλήθος, που είτε είναι συνειδητοί κομμουνιστές είτε επηρεάζονται, άμεσα ή έμμεσα, από την παρουσία των κομμουνιστών στη ζωή μας, ανακαλύπτει τις δικές του κεραίες, διαμορφώνει τη δική του στρατηγική και τις δικές του μεθόδους, για να προστατέψει και ν’ αναπτύξει τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του, που κινδυνεύουν να καταστραφούν.
Αν χρησιμοποιήσουμε την ποιητική εικόνα του Ρίτσου, θα λέγαμε ότι αυτός ο λαός, ανάβει το λύχνο του από τον ίδιο το λύχνο των ποιητών του, γιατί τους έχει δίπλα του, μέσα στο ίδιο το καμίνι της επιβίωσης και γι αυτό το έργο τους το αισθάνεται – και είναι – δικό του.

    Αυτό το λύχνο των ποιητών μας, των κάθε λογής ποιητών μας, τον κρατάει το Κομμουνιστικό Κόμμα άσβηστο και οι κομμουνιστές μεταλαμπαδεύουν τη φλόγα από σπίτι σε σπίτι, από άνθρωπο σε άνθρωπο, μεταφέροντας το μήνυμα της αφύπνισης, της εγρήγορσης, της ταξικής πάλης και του αγώνα μέχρι την τελική νίκη.
 
Γι αυτό ο κόσμος μας, δεν έχει ανάγκη τη φιλολογία για να επικοινωνήσει με τους ποιητές του. Τους νοιώθει να κυκλοφορούν μέσα στο αίμα του. Κάτω από το βάρος της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, σε συνθήκες απόλυτης έλλειψης, εκεί όπου κινδυνεύει η ίδια η ανθρώπινη υπόσταση, σ’ εκείνη την πολύτιμη ώρα της συνειδητοποίησης, ο «Φτωχός και Ταπεινός» άνθρωπος, σηκώνει στους ώμους του το σύνολο της πνευματικής και της χειρωνακτικής ανθρώπινης εργασίας. Γίνεται φορέας όλων των Αξιών. Αυτή είναι η δόξα του Προλεταριακού Ανθρωπισμού.

Εξ αρχής, το είδος του ζώου που μετεξελίχθηκε σε Άνθρωπο, διεξάγει έναν ανυποχώρητο αγώνα εναντίον της ζωώδους Φύσης και της Τυχαιότητας που την κυβερνάει. Είναι δική του απόφαση να απομακρυνθεί από το Ζωώδες, να αποβαρβαροποιηθεί και να γίνει Δημιουργός. Ν’ αποκτήσει Λόγο και Σκοπό για την ύπαρξή του, πράγματα που δε βλέπει πουθενά γύρω του, μέσα στον τυχαίο Κόσμο που βρέθηκε. Μ’ αυτή του την απόφαση μετατράπηκε από ένα ζώο της Φύσης, σε Κοινωνικό Άνθρωπο. Και παλεύει με νύχια και με δόντια, να δώσει στη ζωή του τέτοιο περιεχόμενο, που ν’ αξίζει τον κόπο να τη ζεί κι ακόμα παραπέρα, που ν’ αξίζει τον κόπο να πεθαίνει για χάρη της.  

Ο Γιάννης ο Ρίτσος είναι μια από τις εξαιρετικές εκείνες περιπτώσεις πνευματικού και μαζί χειρώνακτα κομμουνιστή, που χώθηκε ολόκληρος, μαζί με τους συντρόφους του μέσα στην υψικάμινο του αγώνα για τον εξανθρωπισμό, κυλίστηκε μαζί τους μέσα στη ματωμένη λάσπη του μαρτυρίου και εκτινάχτηκε μαζί τους στις υψηλότερες ποιητικές εξάρσεις.
 
Το γεγονός ότι οι αποδέκτες της Ζωής και του έργου του, οι σύντροφοί του, παλιοί και νέοι και επερχόμενοι, μπορούν ανεμπόδιστα να τον ακολουθούν σ’ όλες του τις εκφάνσεις και να αισθάνονται δική τους τη Ζωή του και δικό τους το Έργο του, είναι ένα γεγονός απροσδόκητο αλλά και αποκαλυπτικό. Και απόλυτα διαλεκτικό. Αυτό το γεγονός μας αποκαλύπτει ότι ο «Φτωχός και Ταπεινός» άνθρωπος, ανεξάρτητα από φιλοσοφίες, από θεωρίες και επιστημονικές αποδείξεις, μπορεί μέσα σε μία μόνο στιγμή, μέσα σε έναν μόνο συγκλονισμό, απ’ αυτούς που μας χαρίζει απλόχερα η ζωντανή πραγματικότητα, να πραγματοποιήσει το μεγάλο άλμα και να καλύψει ολόκληρη την απόσταση που τον χωρίζει από τη μεγαλύτερη ποιητική σύλληψη.
Κι όταν οι συγκυρίες το φέρνουν, μπορείς να δεις αυτόν τον «Φτωχό και Ταπεινό» κόσμο, να γίνεται απόλυτα ποιητικός, απόλυτα αισθητικός και απόλυτα επαναστατικός.
Γι αυτό θα δείτε στα μάτια των αληθινών συντρόφων μας να λάμπει μια ανώτερη ποιότητα και μια ανώτερη δύναμη.

Ο Γιάννης ο Ρίτσος είναι για το λαό μας, ένας μεγάλος Ναρκαλιευτής. Προχωράει μπροστά, στο ναρκοπέδιο της ζωής μας, άφοβος, με το σταθερό και υπερήφανο βήμα του, κοιτώντας πάντα ψηλά και μας δείχνει πού να πατάμε για να μην τιναχτούμε στον αέρα.

Ψάχνοντας μέσα στα γραφτά και τα προφορικά του λόγια, βρίσκουμε πλήθος από φωτεινούς σηματοδότες, που μας δείχνουν το δρόμο:

Πέφτουμε, για παράδειγμα, πάνω σ’ εκείνη τη σανιδένια πινακίδα, που είναι καρφωμένη στη διχάλα του δρόμου και δείχνει «Από δω προς τον Ήλιο» και που είναι το μόνο που απόμεινε από κάποιον Γιάννη Ρίτσο, ποιητή της τελευταίας προ ανθρώπου εκατονταετίας.

  ή
«Όμως εσύ στο πείσμα της βροχής
και των ανέμων, επιμένεις……….
κάτι ν’ αφήσεις για τους επερχόμενους.»

«Αυτά που χάθηκαν, αυτά που δεν ήρθαν
μην τα κλαίς.
Αυτά που τά’ χες και δεν τά’ δωσες
κλάφ’ τα.»

«Η Ζωή, {η Ποίηση} είναι μια μάχη σώμα με σώμα με το θάνατο.
Όχι μόνο το φυσικό αλλά και με όλες τις μορφές του κοινωνικού θανάτου.»

«Έτσι αγαθός και δίκαιος
μείνε ώσπου να σωθεί το λάδι της ημέρας
ώσπου ν’ ανάψεις με το λύχνο σου
τους λύχνους των φτωχών και ταπεινών.
Ώσπου ν’ ανάψεις όλα τα κεριά των άστρων.»

«Και μη φοβάσαι.
Το έργο σου θα μείνει μες στο φώς
γιατί μέσα στο φώς και με το φώς
έχτισες τις ημέρες σου.»

«Να λείπεις,
Δεν είναι τίποτα να λείπεις
αν έχεις λείψει για ό,τι πρέπει.
Αν έχεις λείψει για ό,τι πρέπει
θα είσαι για πάντα μέσα σ’ όλα εκείνα
που γι αυτά έχεις λείψει.
Θα είσαι για πάντα μέσα σ’ όλον τον κόσμο.»    

Και πλήθος άλλων.

Αναρωτιέται κανείς αν αυτοί οι φωτεινοί σηματοδότες αρκούν για να εξηγήσουν το φαινόμενο της τόσο άνετης συμπόρευσης του Λαού με τον ποιητή του.

Και ξαφνικά ακούς από το στόμα του για τον πόθο που τον είχε καταλάβει από τα πρώτα του βήματα, να ανακαλύψει και να συναντηθεί με την «ομοιότητα» των ανθρώπων. Ότι είχε αλωθεί από τη σκέψη ότι όλοι οι άνθρωποι είναι «όμοιοι», ίδια φυλή, ίδια ράτσα, ίδιο σόι, ανεξάρτητα από τα διάφορα χρώματα που έχουνε βάψει το πετσί τους. Και μπορείς να διακρίνεις από τη μια μεριά την πορεία του Ρίτσου μέχρι την ανακάλυψη, δηλαδή μέχρι να στερεώσει στο πνεύμα του αυτή την Ιδέα κι από την άλλη, την οδυνηρή πορεία του μέχρι να συναντηθεί μαζί της. Μέχρι δηλαδή, να ολοκληρωθεί ο ίδιος ως άνθρωπος, ώστε να γίνει ο φορέας αυτής της Ιδέας.

    Είναι πολύ ερεθιστικό, να εξετάσει κανείς πιο προσεκτικά αυτήν την ιδέα της «ομοιότητας» που προτείνει ο Ρίτσος. Πότε εμφανίζεται και με ποιο τρόπο γίνεται αντιληπτή από τους ανθρώπους. Πώς αποκαλύπτεται στα μάτια των «Φτωχών και Ταπεινών» μέσα στην πραγματική ζωή, μέσα στο καμίνι της βιοπάλης.

    Η «ομοιότητα» αρχίζει να διαφαίνεται όσο μειώνονται και εξασθενίζουν οι ταξικές διαφορές. Αρχίζει να διαφαίνεται ανάμεσα στα άτομα μιας  κοινωνικής ομάδας, όσο αυτή η ομάδα παίρνει τον κατήφορο και αρχίζει να κατεβαίνει τα σκαλοπάτια της ταξικής ιεραρχίας. Όσο συμπιέζεται προς το κοινωνικό περιθώριο, προς τον αγώνα της επιβίωσης. Όσο καταστρέφονται οι δυνατότητες ανάπτυξης της προσωπικότητας και η κοινωνική ομάδα εξαναγκάζεται να ξεπέσει σε καθεστώς τέλειας στέρησης. Τότε αρχίζουν να κυριαρχούν τα «κοινά» των ανθρώπων. Οι κοινές ανάγκες, οι κοινές αγωνίες, οι κοινές επιδιώξεις. Τότε η «ομοιότητα» εγκαθίσταται πάνοπλη στη συνείδησή τους. Αποκτάει ταξική διάσταση και γίνεται η ουσία του «Ανθρωπισμού». Του άλλου Ανθρωπισμού. Του Προλεταριακού Ανθρωπισμού. Που είναι το διαμετρικά αντίθετο από την υποκριτική «φιλανθρωπία» των εκμεταλλευτών.
Σ’ αυτή τη συνθήκη, οι άνθρωποι αναγκάζονται να στηριχτούν, ο ένας στις πλάτες των ομοίων του και τότε ανακαλύπτουν τη συντροφικότητα και την κοινοκτημοσύνη. Και καταφεύγουν αναπόφευκτα στην κομμουνιστική οργάνωση της ζωής τους. Μετατρέπονται έτσι σε συνειδητό προλεταριάτο, σε συμπαγή Εργατική Τάξη και παίρνουν στους ώμους τους την ευθύνη του επαναστατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας.

    Ο κομμουνιστικός τρόπος οργάνωσης της ανθρώπινης κοινωνίας, είναι ένας δρόμος Αναγκαστικός. Είναι ο μόνος δυνατός. Και δε σηκώνει την παραμικρή αλλοίωση. Δεν έχει καμιά εναλλακτική. Η παραμικρή αλλοίωση ξανανοίγει το δρόμο για την Ατομική Ιδιοκτησία και το Κεφάλαιο. Για την Πανούκλα και τη Χολέρα της ζωής μας.

    Οι πρώτες κοινότητες των καταδιωκόμενων χριστιανών, στους δυο πρώτους αιώνες της χρονολογίας μας, εξαναγκάστηκαν να οργανώσουν κομμουνιστικά τη ζωή τους, με κοινό ταμείο, με κοινό τραπέζι και με απόλυτη ισότητα. Για να γίνεις αποδεκτός στην κοινότητα έπρεπε να πουλήσεις ό,τι αποτελούσε την ιδιοκτησία σου, να καταθέσεις τα χρήματα στο κοινό ταμείο και να εξομοιωθείς απολύτως με τους εξαθλιωμένους πιστούς. De vili plebekula τους έλεγαν οι Ρωμαίοι. Το ταξικό μίσος ανάμεσα στους φτωχούς και τους πλούσιους, πήρε τέτοιες διαστάσεις που έγινε η ουσία της αρχικής διδασκαλίας και ταυτίστηκε με την ίδια την πίστη τους. Από τον τρίτο αιώνα, όταν η Εκκλησία οργανώθηκε σε σύστημα εξουσίας, η αρχική διδασκαλία σταδιακά αλλοιώθηκε, τα κείμενα παραχαράχθηκαν, το ταξικό μίσος απαλύνθηκε και οι πλούσιοι έγιναν αποδεκτοί στις κοινότητες, με λιγότερο αυστηρούς όρους. Ο χριστιανισμός έγινε κυρίαρχη θρησκεία και το κομμουνιστικό σύστημα εξασθένισε, μέχρι που ανατράπηκε εντελώς.

    Στις μέρες μας, κάτω από άλλες συνθήκες, χωρίς μεταφυσικές αγωνίες, με όπλο τις μεγάλες ανακαλύψεις του 19ου αιώνα, με τον Διαλεκτικό Υλισμό, με την επιστημονική θεωρία των Μαρξ και Έγκελς, με την τεράστια πείρα που αποκτήθηκε από την Μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση, με την πρακτική και θεωρητική καθοδήγηση του Λένιν και παρά την αγριότητα του σύγχρονου ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού, η Εργατική Τάξη είναι καλά εξοπλισμένη και βρίσκεται σε πολύ καλλίτερες θέσεις.  Το Κομμουνιστικό Κόμμα, αυτή η πολιτική πρωτοπορία των «Φτωχών και Ταπεινών», οδηγεί την Εργατική Τάξη στο προσκήνιο της Ιστορίας, στην κατάκτηση της Λαϊκής Εξουσίας και της Λαϊκής Οικονομίας, με τη συνεχή διαπαιδαγώγηση, με τη συνεχή επαγρύπνηση, με τη συνεχή όξυνση του ταξικού μίσους κατά των εκμεταλλευτών του.
Η Εργατική Τάξη, με απόλυτη συνείδηση της δύναμής της, παλεύει να φέρει τον τροχό της Ιστορίας στην κατάλληλη θέση, για να συναντήσει και πάλι η ανθρώπινη κοινωνία την περίφημη «Ομοιότητα» και τον Προλεταριακό Ανθρωπισμό και να τους εγκαταστήσει στη ζωή μας, σ’ όλη τους τη μεγαλοπρέπεια.

    Η μεγάλη συμβολή του Γιάννη του Ρίτσου στην εποχή μας, η πολύτιμη συμπαράστασή του στην Ελληνική Εργατική Τάξη, είναι το ότι με τη ζωή και το έργο του, έτσι αναπόσπαστα δεμένα όπως μας τα κληροδότησε, μας έκανε τόσο γοητευτική και τόσο οικεία την ουσία της «Ομοιότητας» και του δικού μας Ανθρωπισμού, ώστε να αισθανόμαστε ότι δε χρειάζεται παρά ένα αποφασιστικό άλμα, για να τα συναντήσουμε και να τα φέρουμε κυρίαρχη στη ζωή μας.